Συνεχίζουμε την διαδρομή μας στα σοκάκια της Χώρας και της Νάξου. Ο συνεργάτης μας, συγγραφέας και ιστοριοδίφης Μανώλης Κ. Βιλαντώνης μας μιλά με τον δικό του απλό αλλά συγχρόνως μεστό τρόπο ακόμη μία φιγούρα που γνωρίζουμε, αγαπάμε και σεβόμαστε. Ανήκει στην φουρνιά αυτη των τελευταίων αυθεντικών εκπροσώπων μιας πόλης χάνεται στο χθες στη λήθη και στη σκόνη, χωρίς επιστροφή...
Στα στενά της Παλιάς Χώρας υπάρχει εδώ και εξήντα χρόνια ένα Καφενείο «“Το Ρούπελ” Εμμ. Παντελιάς». Στον στενό κεντρικό εμπορικό δρόμο της παλιάς πόλης (σήμερα ονομάζεται «Οδός Αγίου Νικοδήμου») υπήρχαν από παλιά πολλά και διάφορα μαγαζιά, από τον φούρνο του Βελώνη και το παντοπωλείο του Δημήτρη Βιτζηλαίου, το τσαγκαράδικο των Αφών Παγώνη, το μπακάλικο του Γιάννη Μανδηλαρά (Μπουμπουλογιάννη), τα χασάπικα των Γιάννη, Στέλιου και (απέναντι) Νικήτα Καπαρέλλη, το φαρμακείο του Δελλαρόκα, Ειρηνοδικείο, η Αγορανομία, το ραφείο του Γιάννη Μαργαρίτη, το καθαριστήριο του Μιχάλη Μαργαρίτη, το κουρείο του Παγώνη, το κρεοπωλείο του Πέτρου Καπαρέλλη, τα εστιατόρια του Βασίλη Μυλωνά, του Φίλιππα και του Βασίλη Βουδιά, το εμπορικό του Καλογερόπουλου, το μανάβικο του Ευάγγελου Μαϊτού και (στην Πόρτα του Γιαλού) το ραφείο του Μανούσου Καμπανέλλη, τα χασάπικα του Βασίλη Μελισσουργού και του Αντώνη Επισκοπάκη, το ψαράδικο του Νίκου Βαλέτα, το εμπορικό Ματάκια-Μαρούλη και ένα (του Στέλιου Δρύλλη) με ναξιώτικα προϊόντα.
Όλα αυτά με την πάροδο των χρόνων έκλεισαν ή άλλαξαν χρήση ή αφεντικά ή τοποθεσία, τα περισσότερα έγιναν τουριστικά μαγαζιά με είδη δώρων και ασημικά, άνοιξαν κάποια άλλα εστιατόρια για να υποδέχονται μόνο τους καλοκαιρινούς μήνες τους Έλληνες και ξένους τουρίστες.
Το χειμώνα τα περισσότερα μαγαζιά είναι κλειστά και ο δρόμος αυτός έρημος να αναπολεί τον ντόπιο κόσμο και από τα γύρω νησιά που τον γέμιζε και έμπαιναν στα μαγαζιά και ψώνιζαν από τα αγνά προϊόντα τους. Και η κυρά Στέλλα η Παντελιά να μην προλαβαίνει να σερβίρει καφέδες και ποτά πηγαίνοντας και παραγγελίες στα μαγαζιά.
Και ο κυρ Μανώλης Παντελιάς, ο άνδρας της, χαμογελαστός με το κινητό του καροτσάκι, που είχε μέσα εκατοντάδες ευχάριστες μικρές απολαύσεις (πασατέμπο, άλλους ξηρούς καρπούς, καραμέλες, γλειφιτζούρια κλπ.) για μικρούς και μεγάλους.
Η κυρία Στέλλα Βασιλάκη-Παντελιά γεννήθηκε στις Μέλανες της Νάξου το 1922. Από μικρή έμενε στη Χώρα. Εκεί γνώρισε και παντρεύτηκε τον Μανώλη Παντελιά από την Κόρωνο. Απέκτησαν δυο παιδιά, τον Γιάννη Παντελιά (σήμερα συνταξιούχο του ΟΤΕ) και τον Γαβρίλη Παντελιά (επιστήμονα, φυσικό στον Δημόκριτο). Τα τελευταία χρόνια η κυρά Στέλλα μένει στην Αθήνα με τα παιδιά της και εγγόνια της. Έρχεται λίγους μήνες, το καλοκαίρι, και ανοίγει με συγκίνηση το παλιό καφενεδάκι της. Δεν σερβίρει και δεν τρέχει, όπως παλιά αλλά με τους λίγους παλιούς πελάτες και τους άλλους γνωστούς της θυμάται τα ωραία εκείνα χρόνια.
Αγαπάει τη γειτονιά και τους ανθρώπους κι εμείς όλοι την αγαπάμε. Προσφέρει την αγάπη της και πάντα έχει τον καλό λόγο για όλους μας.
Ευχόμαστε να’ ναι πάντα καλά η κυρά Στέλλα, να έρχεται για πολλά χρόνια στο καφενείο της, να μας βλέπει και να χαιρόμαστε να τη βλέπουμε.
Μανώλης Κ. Βιλαντώνης
Στα στενά της Παλιάς Χώρας υπάρχει εδώ και εξήντα χρόνια ένα Καφενείο «“Το Ρούπελ” Εμμ. Παντελιάς». Στον στενό κεντρικό εμπορικό δρόμο της παλιάς πόλης (σήμερα ονομάζεται «Οδός Αγίου Νικοδήμου») υπήρχαν από παλιά πολλά και διάφορα μαγαζιά, από τον φούρνο του Βελώνη και το παντοπωλείο του Δημήτρη Βιτζηλαίου, το τσαγκαράδικο των Αφών Παγώνη, το μπακάλικο του Γιάννη Μανδηλαρά (Μπουμπουλογιάννη), τα χασάπικα των Γιάννη, Στέλιου και (απέναντι) Νικήτα Καπαρέλλη, το φαρμακείο του Δελλαρόκα, Ειρηνοδικείο, η Αγορανομία, το ραφείο του Γιάννη Μαργαρίτη, το καθαριστήριο του Μιχάλη Μαργαρίτη, το κουρείο του Παγώνη, το κρεοπωλείο του Πέτρου Καπαρέλλη, τα εστιατόρια του Βασίλη Μυλωνά, του Φίλιππα και του Βασίλη Βουδιά, το εμπορικό του Καλογερόπουλου, το μανάβικο του Ευάγγελου Μαϊτού και (στην Πόρτα του Γιαλού) το ραφείο του Μανούσου Καμπανέλλη, τα χασάπικα του Βασίλη Μελισσουργού και του Αντώνη Επισκοπάκη, το ψαράδικο του Νίκου Βαλέτα, το εμπορικό Ματάκια-Μαρούλη και ένα (του Στέλιου Δρύλλη) με ναξιώτικα προϊόντα.
Όλα αυτά με την πάροδο των χρόνων έκλεισαν ή άλλαξαν χρήση ή αφεντικά ή τοποθεσία, τα περισσότερα έγιναν τουριστικά μαγαζιά με είδη δώρων και ασημικά, άνοιξαν κάποια άλλα εστιατόρια για να υποδέχονται μόνο τους καλοκαιρινούς μήνες τους Έλληνες και ξένους τουρίστες.
Το χειμώνα τα περισσότερα μαγαζιά είναι κλειστά και ο δρόμος αυτός έρημος να αναπολεί τον ντόπιο κόσμο και από τα γύρω νησιά που τον γέμιζε και έμπαιναν στα μαγαζιά και ψώνιζαν από τα αγνά προϊόντα τους. Και η κυρά Στέλλα η Παντελιά να μην προλαβαίνει να σερβίρει καφέδες και ποτά πηγαίνοντας και παραγγελίες στα μαγαζιά.
Και ο κυρ Μανώλης Παντελιάς, ο άνδρας της, χαμογελαστός με το κινητό του καροτσάκι, που είχε μέσα εκατοντάδες ευχάριστες μικρές απολαύσεις (πασατέμπο, άλλους ξηρούς καρπούς, καραμέλες, γλειφιτζούρια κλπ.) για μικρούς και μεγάλους.
Η κυρία Στέλλα Βασιλάκη-Παντελιά γεννήθηκε στις Μέλανες της Νάξου το 1922. Από μικρή έμενε στη Χώρα. Εκεί γνώρισε και παντρεύτηκε τον Μανώλη Παντελιά από την Κόρωνο. Απέκτησαν δυο παιδιά, τον Γιάννη Παντελιά (σήμερα συνταξιούχο του ΟΤΕ) και τον Γαβρίλη Παντελιά (επιστήμονα, φυσικό στον Δημόκριτο). Τα τελευταία χρόνια η κυρά Στέλλα μένει στην Αθήνα με τα παιδιά της και εγγόνια της. Έρχεται λίγους μήνες, το καλοκαίρι, και ανοίγει με συγκίνηση το παλιό καφενεδάκι της. Δεν σερβίρει και δεν τρέχει, όπως παλιά αλλά με τους λίγους παλιούς πελάτες και τους άλλους γνωστούς της θυμάται τα ωραία εκείνα χρόνια.
Αγαπάει τη γειτονιά και τους ανθρώπους κι εμείς όλοι την αγαπάμε. Προσφέρει την αγάπη της και πάντα έχει τον καλό λόγο για όλους μας.
Ευχόμαστε να’ ναι πάντα καλά η κυρά Στέλλα, να έρχεται για πολλά χρόνια στο καφενείο της, να μας βλέπει και να χαιρόμαστε να τη βλέπουμε.
Μανώλης Κ. Βιλαντώνης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου