Μετά από αναβολές λόγω καιρού, απαγορευτικού, απεργίας, αποχής ξεκίνησε στο Τριμελές Πλημμελειοδικείο Νάξου η πολύκροτη δίκη για την κατάρρευση του βιοκλιματικού στεγάστρου στον αρχαιολογικό χώρο του Ακρωτηρίου Σαντορίνης.
Να υπενθυμίσουμε ότι χρειάστηκαν έξι χρόνια από την κατάρρευση που στοίχησε την ζωή σε έναν επισκέπτη του αρχαιολογικού χώρου για να φτάσει η υπόθεση στο ακροατήριο.
Ήδη από την προηγούμενη εβδομάδα έχουν εξεταστεί περίπου 20 μάρτυρες από τους 50 μάρτυρες που έχουν κληθεί ενώ στο εδώλιο του κατηγορουμένου κάθονται δώδεκα κατηγορούμενοι.
Από την προηγούμενη εβδομάδα αλλά και τις δύο τελευταίες μέρες εξετάστηκαν αρχαιοφύλακες, αρχαιολόγοι, πολεοδόμοι, αρχιτέκτονες, άνθρωποι της αυτοδιοίκησης σχετικά με το τραγικό συμβάν, που κόστισε τη ζωή σε έναν άτυχο Ουαλλό τουρίστα και στον τραυματισμό πέντε επισκεπτων.
Οι δώδεκα κατηγορούμενοι, μελετητές και κατασκευαστές του έργου, αντιμετωπίζουν κατηγορίες σε βαθμό πλημμελήματος: ανθρωποκτονία από αμέλεια, πρόκληση σωματικών βλαβών από αμέλεια, φθορά μνημείου και παραβίαση των κανόνων της οικοδομικής.
Για τους κατηγορούμενους, όπως λέγεται στους διαδρόμους, το διακύβευμα δεν είναι ποινικό, καθώς οι ποινές είναι πλημμεληματικές και αναστέλλονται, αλλά θέμα κύρους, καθώς πολλοί από αυτούς είναι επιφανείς αρχιτέκτονες, μηχανικοί κλπ.
Χθες διακόπηκε εκ νέου η δίκη για να συνεχιστεί μετά το Πάσχα, με κατάθεση νέων μαρτύρων. Στη συνέχεια θα κληθούν να καταθέσουν οι μάρτυρες υπεράσπισης, των οποίων ο αριθμός είναι άγνωστος. Όπως καταλαβαίνετε, πρόκειται για μία από τις μεγαλύτερες δίκες στην ιστορία των δικαστηρίων της Νάξου. Αυτό θα το καταλάβει κάποιος εύκολα καθώς στα έδρανα των συνηγόρων των κατηγορουμένων καταλαμβάνονται από δεκάδες ντοσιέ και φακέλους που περιέχουν εκατοντάδες έγγραφα.
Στο μεταξύ, ύστερα από πολλές καθυστερήσεις, η αποκατάσταση του στεγάστρου έχει πλέον ξεκινήσει με στόχο ο αρχαιολογικός χώρος να ανοίξει και πάλι τις πύλες του στους επισκέπτες το 2012.
Σε ό,τι αφορά στο ιστορικό του έργου η ανακοίνωση αναφέρει ότι η ανάγκη για την κατασκευή στεγάστρου είχε διαπιστωθει από το 1967, όταν ξεκίνησε η ανασκαφή. Ο εκλιπών ανασκαφέας καθηγητής Σπυρίδων Μαρινάτος είχε λάβει την απόφαση να τοποθετηθεί στέγαστρο από ντέξιον, το οποίο λειτούργησε αποτελεσματικά για αρκετά χρόνια.
Στη δεκαετία του 90, αποφασίστηκε να αντικατασταθεί αφενός γιατί είχε διαβρωθεί, αφετέρου γιατί η επικάλυψη με φύλλα αμιαντοτσιμέντου είναι αντίθετη πλέον με τη νομοθεσία ως ανθυγιεινή.
Η προκαταρκτική μελέτη του έργου εγκρίθηκε τον Φεβρουάριο του 1996 με γνωμοδότηση του ΚΑΣ και η μελέτη τον Φεβρουάριο του 1998 με αντίστοιχη γνωμοδότηση του ΚΑΣ. Το έργο έχει λάβει οικοδομική άδεια τον Φεβρουάριο του 2001.
Φορέας υλοποίησης του έργου είναι η εν Αθήναις Αρχαιολογική Εταιρία, με υπεύθυνο εκ μέρους της τον ομότιμο καθηγητή Αρχαιολογίας Χρίστο Ντούμα, διευθυντή των ανασκαφών. Η Αρχαιολογική Εταιρεία ανέθεσε την αρχική μελέτη σε σύμπραξη τεχνικών γραφείων, με συντονιστή τον αρχιτέκτονα Ν.Φιντικάκη.
Η κατασκευή του έργου ανατέθηκε από την Αρχαιολογική Εταιρεία έπειτα από διαγωνισμό στην κοινοπραξία κατασκευαστικών εταιρειών J&P Ιωάννου και Παρασκευαϊδης (ΕΛΛΑΣ) ΑΤΕ, Κ/Ξ ΑΒΑΞ ΑΕ, ΑΤΕ ΓΝΩΜΩΝ Α.Ε., IMPREGILO SpA. Το νέο στέγαστρο άρχισε να κατασκευάζεται το Νοέμβριο του 1999.
Το έργο είχε ενταχθεί στο Β ΚΠΣ τον Ιούλιο του 1998 με ποσό 10,9 εκατ. ευρώ. Τελικώς, από το Β ΚΠΣ διατέθηκαν 10,31 εκατ. ευρώ) για την πρώτη φάση του έργου. Η δεύτερη φάση, ύψους 10.271.460 ευρώ, εντάχθηκε αρχικά τον Οκτώβριο του 2001 στο Γ ΚΠΣ ως έργο γέφυρα, αλλά απεντάχθηκε τον Ιούλιο του 2004 για διαδικαστικούς λόγους και η δαπάνη καλύφθηκε από εθνικούς πόρους.
Τον Ιούλιο του 2004 το ΥΠΠΟ ζήτησε από το υπουργείο Οικονομίας και Οικονομικών επιπλέον χρηματοδότηση, οπότε η τρίτη φάση χρηματοδοτήθηκε από εθνικούς πόρους, ύψους 20.013.590 ευρώ. Το συνολικό κόστος του έργου ανήλθε σε 40.594.661 ευρώ.
Στη σύμβαση υπήρχε ρήτρα ότι «ο ανάδοχος θα εξασφαλίσει τη δυνατότητα επισκεψιμότητας του αρχαιολογικού χώρου καθ όλη τη διάρκεια εκτέλεσης του έργου με τη δημιουργία ειδικών διαδρομών ανάλογα με τις ανάγκες του έργου και του εργοδότη. Αυτό θα γίνεται με προηγούμενη έγγραφη εντολή του Τεχνικού Συμβούλου Διοίκησης Έργου…» και ρυθμίζεται η επιπλέον αμοιβή του Αναδόχου. Στο ίδιο άρθρο της Σύμβασης αναφέρεται ότι στην επιπλέον αυτή αμοιβή «…περιλαμβάνονται και οι δαπάνες ασφαλιστικής κάλυψης των επισκεπτών…. Η παραπάνω παράλληλη επισκεψιμότητα εντάσσεται στις πρόσθετες εργασίες..».
Ο τεχνικός σύμβουλος διοίκησης έργου εισηγήθηκε τον Ιανουάριο του 2002 προς το ΔΣ της Αρχαιολογικής Εταιρείας την τακτοποίηση του θέματος αυτού και το ΔΣ αποδέχτηκε την εισήγηση τον Φεβρουάριο του 2002. Έκτοτε, το υπουργείο Πολιτισμού κατόπιν εισηγήσεων του ανασκαφέα του χώρου Χρ.Ντούμα, ως εκπροσώπου της Αρχαιολογικής Εταιρείας, όρισε περιόδους λειτουργίας του αρχαιολογικού χώρου σύμφωνα με τις προτάσεις του.
Τον Σεπτέμβριο του 2005 μέρος του στεγάστρου κατέρρευσε με αποτέλεσμα να τραυματιστεί θανάσιμα ένας Ουαλός επισκέπτης του αρχαιολογικού χώρου και να τρυματιστούν άλλοι πέντε.
Μετά από νέα μελέτη αγγλικού οίκου μελετητών αποφασίστηκε να κατασκευαστεί εκ νέου ένα καινούργιο στέγαστρο το ο οποίο ήδη ολοκληρώνεται.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου